Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Παγκοσμιοποίηση και εκπαίδευση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Η παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με ορισμένους μελετητές[1][2][3], επηρέασε και επηρεάζει την εκπαίδευση, τόσο σε εθνικό, όσο και διεθνή επίπεδο (αν και υπάρχουν και ορισμένοι[4] που αμφισβητούν την επιρροή που έχει ασκήσει στην εκπαίδευση η παγκοσμιοποίηση). Προκειμένου, όμως, να γίνει κατανοητός ο τρόπος με τον οποίο η πρώτη δημιούργησε μια αυξημένη ανάγκη για περαιτέρω εκπαίδευση πρέπει κανείς να γνωρίζει τι σημαίνει ο όρος παγκοσμιοποίηση και πώς αυτή εξελίχθηκε. Έτσι, τα κράτη, πλέον, πρέπει να αναδιοργανώσουν τα εκπαιδευτικά τους συστήματα και να αποκτήσουν έναν καινούργιο ρόλο[5][6][7][8] . Όμως, μέσα από αυτές τις αλλαγές που προκύπτουν και στις οποίες καλείται το κράτος να προσαρμοστεί δημιουργούνται πολλά και εύλογα ερωτήματα. Μερικά από αυτά είναι: ο νέος ρόλος που έχει το κράτος σε θέματα εκπαίδευσης είναι κυρίαρχος[9][10] ή αν έχει αποδυναμωθεί τόσο από την εμπορευματοποίηση, διεθνοποίηση και ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης όσο και από τις όλο και περισσότερες παρεμβάσεις που αυτό δέχεται από τους διεθνείς οργανισμούς[11][12];

Πίνακας περιεχομένων

[Απόκρυψη]

[Επεξεργασία] Παγκοσμιοποίηση: ορισμός και επεξηγήσεις

Ο όρος παγκοσμιοποίηση έχει ταυτιστεί με «τη διεθνή εξάπλωση των εταιριών, την αύξηση του διεθνούς εμπορίου και των διεθνών επενδύσεων»(Λαφοντάιν & Μύλλερ, 1999, σ. 7)[13] . Σύμφωνα με διάφορους μελετητές (Γουβιάς, 2002. Βεργίδης & Πρόκου, 2005. Λαφοντάιν & Μύλλερ, 1999)[14][15][16] η παγκοσμιοποίηση έχει σχέση με ένα σύνολο αλλαγών, εξελίξεων και τάσεων που επιφέρει σε παγκόσμια κλίμακα. Έτσι, η παγκοσμιοποίηση σχετίζεται με την απελευθέρωση των αγορών και των ιδιωτικών συναλλαγών (συνήθως σε κλειστά μέχρι εκείνη την περίοδο συστήματα) πέρα από τα εθνικά σύνορα δημιουργώντας έτσι διεθνή ανταγωνισμό σε πολλά επίπεδα (τόσο ανάμεσα σε εταιρίες, όσο και ανάμεσα στους μισθούς των χωρών) και παρέχοντας την δυνατότητα για εύκολη μετακίνηση επενδύσεων και κεφαλαίου από την μία χώρα στην άλλη. Επίσης, σχετίζεται με τεχνολογικές αλλαγές και εξελίξεις, που διευκολύνουν τις συναλλαγές σε παγκόσμια κλίμακα και αναδεικνύουν την τεχνολογία ως πηγή πλούτου και ως δείκτη οικονομικής και πολιτισμικής παγκόσμιας δύναμης.
Τέλος, πρέπει να διευκρινιστεί ότι η παγκοσμιοποίηση δεν επέφερε μόνο οικονομικές αλλαγές, αλλά και πολιτισμικές. Επομένως, η παγκοσμιοποίηση, έτσι όπως αυτή γίνεται σήμερα κατανοητή έχει δύο διαστάσεις, την οικονομική και την πολιτισμική. (Βεργίδης & Πρόκου, 1999)[17]

[Επεξεργασία] Ιστορική Αναδρομή: Η Παγκοσμιοποίηση από το χθες μέχρι το σήμερα

[Επεξεργασία] Οικονομική διάσταση της παγκοσμιοποίησης

Αν και η παγκοσμιοποίηση είναι ένα φαινόμενο που εμφανίζεται από πολύ παλιά, αυτή αρχίζει να εκδηλώνει έντονα την παρουσία της στις αρχές του 1970, όταν επιχειρήσεις αποφασίζουν να μεταφέρουν εργοστάσια, επενδύσεις και κεφάλαιο σε μέρη με πιο χαμηλό κόστος, εξαιτίας της κρίσης του πετρελαίου και του ανταγωνισμού που δημιουργείται με την Ιαπωνία. Η ύπαρξη της παγκοσμιοποίησης γίνεται ακόμα πιο εμφανής με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, ιδιαίτερα στους τομείς της επικοινωνίας και της πληροφόρησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία παγκοσμιοποιημένων αγορών κεφαλαίου, τεχνολογίας, διαχείρισης και πληροφορίας. Έτσι, δημιουργούνται σημαντικές οικονομικές περιοχές. Αυτές οι οικονομικές περιοχές μπορούν να θεωρηθούν για κάποιους ότι είναι τρεις: Δυτική Ευρώπη, Αμερική και Ασιατικός Ειρηνικός, ενώ για κάποιους άλλους τέσσερις, εντάσσοντας μέσα στις τρεις προηγούμενες και την Ρωσία. «Αυτές οι χώρες έχοντας να αντιμετωπίσουν το κόστος εργασίας των αναπτυσσόμενων χωρών αποφασίζουν να ασχοληθούν με κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας (π.χ. σχεδιασμού, έρευνας, εξειδικευμένης παραγωγής, μάρκετινγκ)» (Βεργίδης & Πρόκου, 2005, σσ. 166-167)[18]. Έτσι, οι αλλαγές αυτές είχαν τα εξής αποτέλεσμα στις διάφορες χώρες του κόσμου: Στις μεγαλύτερες οικονομικές περιοχές υπάρχει ολοένα και αυξανόμενη ζήτηση για εργαζόμενους με γνώσεις, δημιουργώντας έτσι τις λεγόμενες κοινωνίες της γνώσεις. Σε κάποιες άλλες χώρες έχουμε την αυξημένη «ζήτηση για νέους βιομηχανικούς εργάτες» (Ό.π., σ. 167)[19]. Ενώ, στις φτωχές χώρες υπάρχουν περισσότεροι εργάτες από τις προσφερόμενες θέσεις εργασίας, με αποτέλεσμα να βγάζουν ελάχιστα χρήματα και να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα.
Έτσι, από την μία, σήμερα, έχουμε τους εργαζόμενους που έχουν ήδη τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά πρέπει να αποκτήσουν ακόμη περισσότερες, πιο λεπτομερείς και «ανώτερου» επιπέδου σωματικές και πνευματικές ικανότητες, «όπως ικανότητα ταξινόμησης και επεξεργασίας πληροφοριών και δεδομένων, εννοιολογική και συστηματική σκέψη, ικανότητα σχεδιασμού, προσωπικής επικοινωνίας και ηγετικών καθηκόντων» (Ό.π., σ. 167)[20]. Και από την άλλη έχουμε τους εργαζόμενους σε εταιρίες. Αυτές επιθυμούν οι εργαζόμενοι τους να έχουν δεξιότητες «χαμηλότερου» επιπέδου, θέλουν όμως να ξέρουν να χρησιμοποιούν την τεχνολογία και να είναι ευέλικτοι. Όμως στις περισσότερες χώρες, αυτές οι θέσεις εργασίας μειώνονται με τον καιρό και οι εργαζόμενοι είτε δεν μπορούν να βρουν δουλειά, είτε μένουν σε θέσεις εργασίες που δεν τους αμείβουν καλά λόγω αδυναμίας εύρεσης άλλης, περισσότερο ικανοποιητικής. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό, η λύση είναι η απόκτηση «ανώτερων» πνευματικών και σωματικών ικανοτήτων και η παροχή ευκαιριών σε όλους για καλή εκπαίδευση και εργασία και ικανοποιητική αμοιβή. Έτσι κάθε ένας θα μπορεί να κερδίζει περισσότερα λεφτά από ότι κέρδιζε. (Ό.π.)[21]

[Επεξεργασία] Πολιτισμική διάσταση της παγκοσμιοποίησης

Ως προς την πολιτισμική διάσταση της παγκοσμιοποίησης, η έντονη δραστηριότητα μετακίνησης που δημιουργήθηκε ανάμεσα στις διάφορες χώρες, καθώς και στις κοινωνικές τάξεις, είχε ως αποτέλεσμα την αλλαγή της μορφής και της δομής των κοινωνιών, των οικογενειών (καθώς παρουσιάζονται πρότυπα που αποκλίνουν από την παλιά μορφή που είχαν οι οικογένειες), των «θρησκευτικών ομάδων», των «πολιτικών ταυτότητας» και των πολιτισμικών στοιχείων. (Βεργίδης & Πρόκου, 2005, σσ. 168-169)[22]

[Επεξεργασία] Παγκοσμιοποίηση και εκπαίδευση

Σύμφωνα με ένα σύνολο μελετητών (Γουβιάς, 2002. Βεργίδης & Πρόκου, 2005. Λαφοντάιν & Μύλλερ, 1999)[23][24][25], η παγκοσμιοποίηση επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η εκπαίδευση στις μέρες. Σύμφωνα με κάποιους άλλους πάλι (Γρόλλιος, 2001)[26] οι αλλαγές αυτές είναι μηδαμινές.
Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της πρώτης άποψης η παγκοσμιοποίηση έφερε στο προσκήνιο την ανάγκη για περεταίρω εκπαίδευση και ειδίκευση. Το γεγονός ότι όσο περισσότερο παραγωγικό είναι το εργατικό δυναμικό, τόσο το κεφάλαιο αποκτά περισσότερα κέρδη, δημιούργησε την ανάγκη για δημιουργία «των καλύτερων υποδομών, του καλύτερου εργατικού δυναμικού, του καλύτερου περιβάλλοντος για έρευνα και καινοτομίες. Με αυτόν τον τρόπο θα διασφαλίζεται η υψηλότερη παραγωγικότητα και έρχεται η ευημερία για όλους» (Λαφοντάιν & Μύλλερ, 1999, σ. 314)[27]. Έτσι, στις μέρες μας έχουμε από την μία τις βιομηχανικές χώρες που επιζητούν την προσέλκυση των επενδύσεων, γνωρίζοντας ότι οι επενδύσεις και το κεφάλαιο μπορούν εύκολα να μετακινηθούν από την μία χώρα στην άλλη και από την άλλη έχουμε τις επενδύσεις και το κεφάλαιο, που επιζητούν το υψηλότερο κέρδος. Για τον λόγο αυτό οι πρώτοι προσπαθούν η χώρα τους να έχει περεταίρω εκπαίδευση και ειδίκευση, ώστε να είναι πιο παραγωγική, για να προσελκύσει το κεφάλαιο και τις επενδύσεις, ενώ οι δεύτεροι επιδιώκουν να αποκτήσουν το μέγιστο δυνατό κέρδος. (Λαφοντάιν & Μύλλερ, 1999)[28] Για τον λόγο αυτό, σύμφωνα με τον Γουβιά (2002)[29], το κεφάλαιο και οι επενδύσεις, και κυρίως οι πολυεθνικές εταιρίες, επιθυμούν και επιδιώκουν να εδρεύουν και να πραγματοποιούν τις παραγωγές τους σε αυτά τα μέρη που έχουν όσο το δυνατόν χαμηλότερο κόστος, ενώ παράλληλα είναι και πιο ανεπτυγμένες και αξιόπιστες, όσον αφορά τις γνώσεις, τις δεξιότητες, τις μεταφορές και τις επικοινωνίες. Επομένως, υπάρχει μία αλληλεξάρτηση ανάμεσα στην ποιότητα και το επίπεδο του εκπαιδευτικού συστήματος και την επίδραση που ασκούν σε αυτό ή/και δέχονται από αυτό οι πολυεθνικές εταιρίες. Έτσι οι δεύτερες ασκούν πίεση στο πρώτο ώστε να προσφέρει τέτοιες ευκαιρίες στους τωρινούς και μελλοντικούς εργαζόμενους ώστε να μπορούν να ανταγωνιστούν ο ένας τον άλλο για την απόκτηση των πιο εξειδικευμένων και καλύτερα αμειβόμενων δουλειών.
Επομένως, από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι σήμερα περισσότερο από ποτέ γεννάται η ανάγκη για μετάβαση των μαθητευόμενων στο υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης, για παροχή επαγγελματικής κατάρτισης, για ειδικευμένο εργατικό δυναμικό σε κάθε επίπεδο και επομένως για εξασφάλιση μίας ικανοποιητικής επαγγελματικής ζωής (Λαφοντάιν & Μύλλερ, 1999)[30]. Το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα όμως αδυνατεί να προσφέρει στους ενδιαφερόμενους αυτή τη μετάβαση σε υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης με έναν ευέλικτο και περισσότερο εξατομικευμένο τρόπο. Έτσι, προκειμένου να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, το εκπαιδευτικό σύστημα αναγκάζεται να πραγματοποιεί ένα σύνολο αλλαγών, λαμβάνοντας υπόψη του ότι πέραν της τυπικής εκπαίδευσης, σπουδαίο ρόλο κατέχει πλέον και η μη-τυπική και η άτυπη εκπαίδευση. (Βεργίδης & Πρόκου, 2005)[31]
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, στις μέρες μας τα εκπαιδευτικά προγράμματα που αναπτύσσονται δίνουν έμφαση στην συνεχιζόμενη εκπαίδευση, προκειμένου να έχουν εύκολη πρόσβαση σε αυτή οι άνεργοι και οι εργαζόμενοι. Έτσι, δημιουργούνται τα προγράμματα ανέργων, τα οποία προσπαθούν να δώσουν μία λύση στο φαινόμενο της ανεργίας, και τα προγράμματα εργαζομένων, τα οποία έχουν σκοπό την κάλυψη ορισμένων κενών όσον αφορά βασικά προσόντα και ειδικές δεξιότητες. (Ό.π.)[32]
Η βαρύτητα που έχει δοθεί στα προγράμματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, φαίνεται και από το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ξοδέψει μεγάλα χρηματικά ποσά για αυτό το σκοπό. Οι Βεργίδης & Πρόκου (2005)[33], θεωρούν ότι αυτό συνέβηκε γιατί: α) «η αποδοτικότητα των επενδύσεων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση μπορεί να συγκριθεί επάξια με την αποδοτικότητα των επενδύσεων σε επιχειρησιακό κεφάλαιο» (Ό.π., σ. 173)[34] και β) οι περισσότερο εκπαιδευμένοι εργαζόμενοι έχουν πιο πολλές πιθανότητες να συμμετάσχουν στην αγορά εργασίας και κατά μέσο όρο κερδίζουν περισσότερα.» (Ό.π., σ. 173)[35]
Τέλος, μπορούμε να πούμε ότι η διαβίου μάθηση συνέβαλε στην ικανοποίηση του αιτήματος για μία πιο ευέλικτη μάθηση. Ένα αίτημα που προέκυψε λόγω των οικονομικών, πολιτισμικών, κοινωνικών και ατομικών αλλαγών που επέφερε η παγκοσμιοποίηση. Έτσι, μέσω της διαβίου μάθησης δίνεται η δυνατότητα στον κάθε ένα για μάθηση καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, επιλέγοντας ο ίδιος τον χώρο και τον τρόπο με τον οποίο θα την αποκτήσει. Το γεγονός αυτό δίνει την δυνατότητα για μάθηση σε όλους, ακόμα και σε άτομα που για διάφορους λόγους (π.χ. φόρτο εργασίας, άτομα με ειδικές ανάγκες, έλλειψη ορισμένων προαπαιτούμενων εφοδίων) δεν μπόρεσαν να έχουν πρόσβαση στην τριτοβάθμια και στη συνεχιζόμενη εκπαίδευση. Με αυτόν τον τρόπο η διαβίου μάθηση συμβάλει στην κατάργηση των κοινωνικών ανισοτήτων. (Ό.π.)[36]
Σύμφωνα με την άποψη ορισμένων άλλων μελετητών (Γρόλλιος, 2001)[37] όμως η παγκοσμιοποίηση δεν έχει επιφέρει και τόσο ριζικές αλλαγές στην εκπαίδευση, καθώς σύμφωνα με αυτούς κάτι τέτοιο θα ίσχυε αν υπήρχε πλήρης απελευθέρωση της μάθησης μέσω διαδικτυακής, προαιρετικής εκπαίδευσης, εκπαίδευσης στο σπίτι κ.ά.. Αντί για αυτό όμως κάθε εκπαιδευτικό συστήματα δίνει έμφαση και επιδιώκει μόνο να είναι ανταγωνιστικό ως προς τα υπόλοιπα. Κάτι τέτοιο έχει ως αποτέλεσμα την παραμέληση των πόρων που προσφέρονται για εκπαίδευση. Έμφαση πλέον δίνεται «στα standards, στις εξετάσεις και στην απόδοση λόγου στους γονείς - πελάτες» (Ό.π., σ. 7)[38]
Τα κυριότερα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί ο συγκεκριμένος μελετητής για να υποστηρίξει την θέση του είναι τα ακόλουθα τρία. Πρώτον, υποστηρίζει ότι οι πολιτικές που ακολουθούνται τόσο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση όσο και για τα πανεπιστήμια συνεχίζουν να είναι εθνικές και όχι διεθνείς. Δεύτερον, επισημαίνει ότι ακόμα και οι προσπάθειες που έχουν γίνει από την Ερωπαϊκή Ένωση για κοινή εκπαιδευτική πολιτική μέχρι στιγμή δεν έχουν επιτευχθεί και ούτε φαίνονται να μπορούν να επιτευχθούν στο κοντινό μέλλον. Τέλος, θεωρεί ότι η παγκοσμιοποίηση δεν έχει επηρεάσει ριζικά την εκπαίδευση, καθώς σχεδόν όλα όσα αφορούν την εκπαίδευση ρυθμίζονται, ελέγχονται και αναδιοργανώνονται από το κράτος. (Ό.π.)[39]

[Επεξεργασία] Παγκοσμιοποίηση, εκπαίδευση και ο ρόλος του κράτους

Η παγκοσμιοποίηση επέφερε αλλαγές στην εκπαίδευση. Οι αλλαγές αυτές σύμφωνα με ορισμένους μελετητές (Γουβιάς, 2002. Καβαδίας, 2008)[40][41] οδήγησαν στην αποδυνάμωση του ρόλου του κράτους σε ζητήματα εκπαιδευτικής πολιτικής, ενώ σύμφωνα με κάποιους άλλους (Μπουζάκης, 2005. Μπουζάκης, 2006)[42][43] οι αλλαγές αυτές δεν αποδυνάμωσαν τον ρόλο του, απλώς το κράτος απέκτησε έναν καινούριο διαφορετικό ρόλο.
Αναλυτικότερα, οι οπαδοί της πρώτης θέσης (Γουβιάς, 2002. Καβαδίας, 2008)[44][45] θεωρούν ότι η παγκοσμιοποίηση οδήγησε την εκπαίδευση στην εμπορευματοποίησή της και την αποσύνδεσή της από τον έλεγχο του κράτους. Σύμφωνα με αυτούς αυτό επιτεύχθηκε μέσα από την τεχνολογία και την «οικονομία της γνώσης» (με την έννοια των οικονομικών συναλλαγών που πραγματοποιούνται στα πλαίσια της παραγωγής, της μεταφοράς, της αγοράς εργασίας και της κατανάλωσης), την άνοδο των πολυεθνικών εταιριών (βλ. παγκοσμιοποίηση και εκπαίδευση), την ίδια την έννοια της «εκπαίδευσης» και της σχέσης της με τη μάθηση και τη γνώση (με την έννοια των συνεχόμενων μεταβολών και αλλαγών που πραγματοποιούνται σε όλο τον κόσμο και οι οποίες απαιτούν την συνεχόμενη απόκτηση νέων δεξιοτήτων και ικανοτήτων για την κάλυψη των κοινωνικών και επαγγελματικών αναγκών, φέρνοντας έτσι στο προσκήνιο την ανάγκη για διαβίου μάθηση) (βλ. παγκοσμιοποίηση και εκπαίδευση) καθώς και τους διεθνείς οργανισμούς (Γουβιάς, 2002)[46]. Οι τελευταίοι επηρεάζουν τα εκπαιδευτικά συστήματα των κρατών με τους εξής τρόπους:
α) Από την μία έχουμε τις οικονομικές σχέσεις που αναπτύσσονται ακόμα και στον τομέα παροχής εκπαίδευσης και οι οποίες απειλούν την δημόσια εκπαίδευση κάτω από το πρίσμα της απελευθέρωσης και ιδιωτικοποίησης των αγορών, ακόμη και εκείνων που θεωρούνται ότι παρέχονται από το κράτος, όπως η παιδεία. (Καβαδίας, 2008)[47]
β) Και από την άλλη έχουμε τους διεθνείς οργανισμούς οι οποίοι αποκτώντας ολοένα και περισσότερη πολιτική εξουσία, προσπαθούν να διαμορφώσουν εκπαιδευτικά συστήματα τα οποία να περιέχουν την δικιά τους ιδεολογία και πολιτική (Καβαδίας, 2008)[48]. Έτσι, οι διεθνείς οργανισμοί στις αναπτυσσόμενες χώρες, έχοντας ως πρόσχημα την οικονομική ενίσχυση και την δημιουργία ενός «αξιοπρεπούς» εκπαιδευτικού συστήματος κατευθύνουν τις χώρες αυτές σε «τεχνοκρατικά, πολιτισμικά «ουδέτερα» και πάντοτε «αγοραία» προσανατολισμένα ιδεολογικά μοτίβα, ενώ στις αναπτυγμένες χώρες, έχοντας έναν σημαντικό, κυρίως «συμβουλευτικό» ρόλο». (Γουβιάς, 2002, σ. 7)[49]
Ωστόσο, σύμφωνα τους οπαδούς της δεύτερης θέσης (Μπουζάκης, 2005. Μπουζάκης, 2006)[50][51] οι αλλαγές που επιφέρει η παγκοσμιοποίηση δεν οδηγούν στην αποδυνάμωση του κράτους, όπως πολύ άλλοι μελετητές υποστηρίζουν, απλά το κράτος χάνει το ρόλο που κατείχε στο παρελθόν και αποκτάει έναν καινούργιο. Σε αυτό το καινούριο ρόλο λοιπόν συνεχίζει να έχει υπό την ευθύνη του το εκπαιδευτικό σύστημα και διατηρεί τον ιδεολογικό έλεγχο, ενώ παράλληλα δίνει μία ανεξαρτησία στις σχολικές μονάδες, οι οποίες μάλιστα μπορεί να βρίσκονται και σε ανταγωνισμό μεταξύ τους (Μπουζάκης, 2005)[52].
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ενισχύει την εκπαίδευση των ατόμων με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να αντεπεξέλθουν στον διεθνή ανταγωνισμό. (Ό.π.)[53] Όπως υποστηρίζει μάλιστα ο Μπουζάκης (2006)[54], η παγκοσμιοποίηση όχι μόνο δεν αποδυναμώνει το κράτος, αλλά μάλιστα τη θεωρεί και απαραίτητη. Έτσι, τονίζει την αναγκαιότητα της παγκοσμιοποίησης της εκπαίδευσης πρώτον γιατί «υπάρχει ανάγκη για γνώση και κατανόηση της παιδαγωγικής εξέλιξης και ανάπτυξης σε διεθνή πλαίσια, καθώς η απουσία τους μπορεί να οδηγήσει σε έναν επικίνδυνο επαρχιωτισμό και μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υπάρχουσα διεθνή συνεργασία» (Ό.π., σ. 22)[55] και δεύτερον γιατί «προκύπτει από τις αναγκαιότητες των επίκαιρων καταστάσεων.» (Ό.π., σ. 22)[56]http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%B9%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%B5%CE%BA%CF%80%CE%B1%CE%AF%CE%B4%CE%B5%CF%85%CF%83%CE%B7

Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΚΑΙ ΜΜΕ

Περί προπαγάνδας των ΜΜΕ (Τσόμσκυ) Δεκεμβρίου 14, 2008

Posted by stardust30 in πολιτισμός, πολιτική, συμπεριφορά.
Tags: , , , ,
trackback

Με αφορμή τα διάφορα δημοσιεύματα του τύπου που στόχο έχουν να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη παρουσιάζω ένα απόσπασμα της συνέντευξης του Τσόμσκυ πάνω στο ζήτημα των μηχανισμών προπαγάνδας από τα ΜΜΕ.
Δημοσιογράφος: Τί μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι για να διαρρήξουν αυτό το περίπλοκο και καλλωπιστικό πλαίσιο της προπαγάνδας και να φτάσουν πραγματικά στην αλήθεια;
Τσόμσκυ: Αυτό που έχει να κάνει κανείς είναι να υιοθετήσει απέναντι στους θεσμούς του, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, των περιοδικών, των σχολείων και των κολλεγίων, την ίδια ορθολογική κριτική στάση που παίρνει απέναντι στους θεσμούς οποιασδήποτε άλλης εξουσίας. Η θέληση να χρησιμοποιήσει κάποιος τη δική του έμφυτη νοημοσύνη και την κοινή αντίληψη για να αναλύσει, να εξετάσει λεπτομερώς και να συγκρίνει τα δεδομένα με τον τρόπο που αυτά παρουσιάζονται, πραγματικά αρκεί.
Αν τα σχολεία κάνουν τη δουλειά τους, την οποία βεβαίως δεν κάνουν, αλλά θα μπορούσαν, εφοδιάζουν τους ανθρώπους με τα μέσα της πνευματικής αυτοάμυνας. Θα αφιερώνονταν με μεγάλη ενεργητικότητα και εργατικότητα ακριβώς σ’εκείνα τα πράγματα για τα οποία μιλάμε, έτσι ώστε οι άνθρωποι που μεγαλώνουν σε μια δημοκρατική κοινωνία να έχουν τα μέσα μιας πνευματικής αυτοάμυνας απέναντι στο σύστημα.
Αυτό σημαίνει ότι κατά κάποιον τρόπο οι άνθρωποι δεν έχουν αναλάβει αυτό το καθήκον από μόνοι τους. Δεν πιστεύω πως πραγματικά είναι κάτι το πολύ δύσκολο. Πιστεύω πως μόλις κάποιος αντιληφθεί όσα συμβαίνουν και θέλει να κάνει το πρώτο βήμα για την υιοθέτηση μιας στάσης, που είναι απλώς εκείνη της κριτικής ευφυΐας απέναντι σε οτιδήποτε διαβάζει στην πρωινή εφημερίδα, στην αυριανή ή σε οτιδήποτε και ανακαλύψει τις ιδιοποιήσεις που υποκρύπτονται, τις αναλύσεις, ξαναλογαριάσει τα δεδομένα με την έννοια αν ανταποκρίνονται ή όχι στην πραγματικότητα, και δεν τα βλέπει σαν απλές αντανακλάσεις του παραμορφωτικού πρόσματος του συστήματος της προπαγάνδας. Αμέσως μόλις κάποιος κάνει κάτι τέτοιο, ο κόσμος μάλλον ξεκαθαρίζει. Τότε μπορεί να γίνει ελεύθερο άτομο, όχι απλώς ο σκλάβος κάποιου συστήματος κατήχησης και ελέγχου.
Ο ρόλος των ΜΜΕ στην προπαγάνδα
Τα ΜΜΕ, είναι κατ’αρχήν μεγάλες εταιρείες. Αποτελούν μέρος του μικρού δικτύου ατόμων και συμφερόντων, επιτυχημένων ιδιοκτητών της ιδιωτικής οικονομίας και κυβερνητικών στελεχών. Αν δεις τους ανθρώπους που βρίσκονται στις υψηλές θέσεις προγραμματισμού του κρατικού μηχανισμού κάτω από οποιανδήποτε κυβέρνηση, θα διαπιστώσεις ότι προέρχονται από τις αίθουσες συμβουλίων των επιχειρήσεων, των τραπεζών επενδύσεων, μισής ντουζίνας δικηγορικών εταιρειών οι οποίες υπηρετούν τα επιχειρηματικά συμφέροντα κ.ο.κ.
Αυτή είναι η ίδια ομάδα ανθρώπων, τα ίδια συμφέροντα, που είναι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ. Έτσι φυσιολογικά, μοιράζονται την ίδια αντίληψη για τον κόσμο και το γενικό συμφέρον. Αυτά σε ανώτατο επίπεδο.
Τώρα ας υποθέσουμε ότι βρισκόμαστε χαμηλά, στο επίπεδο των συντακτών ύλης ή στο επίπεδο των δημοσιογράφων. Σ’αυτό το σημείο ανακαλύπτεις πιέσεις για να συμβιβαστείς. Ένας νέος δημοσιογράφος θα μάθει γρήγορα ότι ορισμένα πράγματα είναι προς παρουσίαση και άλλα όχι. Μπορείς να πεις τα πράγματα μ’έναν συγκεκριμένο τρόπο και δεν μπορείς να τα πεις με άλλους τρόπους. Κι αυτό το μαθαίνεις από τους συντάκτες ύλης σου, τους ανθρώπους ακριβώς πάνω από σένα, οι οποίοι το έχουν μάθει από τους αποπάνω τους. Θυμήσου οι εταιρείες είναι το ιδιωτικό ισοδύναμο αυτού που αποκαλούμε φασισμό στην πολιτική σφαίρα. Η διαδικασία λήψης των αποφάσεων σε μια εταιρεία, είναι από τα πάνω προς τα κάτω. Δίνεις διαταγές που εκτελούνται από τους κάτω κλπ, και οι διαταγές τελικά έρχονται από τους ιδιοκτήτες.
Παραπέρα, τα ΜΜΕ έχουν μια αγορά. Αυτή η αγορά είναι οι άλλες εταιρείες. Η αγορά για τα ΜΜΕ είναι οι διαφημιστές. Θυμήσου, τα ΜΜΕ δεν βγάζουν τα λεφτά τους πουλώντας σε σένα και σε μένα. Στην πραγματικότητα, κάθε αγορά εφημερίδας ή περιοδικού συνήθως τους κοστίζει χρήματα. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίον δουλεύει η πολιτική οικονομία των ΜΜΕ. Η αγορά τους είναι οι διαφημιστές, η οποία τους θέτει έναν ακόμη περιορισμό. Θέλουν να διατηρήσουν μια σχέση με το κράτος, το οποίο διατίθεται φιλικά απέναντί τους. Υπάρχει μιας μορφής διείσδυσης από πάνω και από κάτω. Ακόμη και άτομα κινούνται μ’αυτόν τον τρόπο.
Βεβαίως αυτό συμβαίνει γιατί αντιπροσωπεύουν τα ίδια συμφέροντα. Υπάρχει μια συνεχής ροή ανάμεσα στις αίθουσες συμβουλίων των εταιρειών, τους ανώτερους κρατικούς υπαλλήλους, τα διευθυντικά στελέχη των ΜΜΕ και τους ανθρώπους που βρίσκονται στις κορυφές των ΜΜΕ, τις πανεπιστημιακές ελίτ που παίζουν το παιχνίδι σύμφωνα με τους κανόνες κλπ. Όλοι αυτοί ανήκουν στην ίδια προνομιούχα ελίτ. Κερδίζουν όλοι με τον ίδιο τρόπο. Αντιλαμβάνονται τον κόσμο με τον ίδιο τρόπο. Εάν κάποιος από αυτούς βγει από τη γραμμή, αποκλείεται. Αυτό μπορεί να συμβεί ακόμη και σε πολύ υψηλό επίπεδο.
Πηγή: Τα ΜΜΕ σαν καθρέφτης της κοινωνίας, Μερικές σκέψεις για τα ΜΜΕ,
Η κατασκευή της συναίνεσης , Νόαμ Τσόμσκυ

i
 http://stardust30.wordpress.com/2008/12/14/%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%AF-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%80%CE%B1%CE%B3%CE%AC%CE%BD%CE%B4%CE%B1%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%BC%CE%BC%CE%B5-%CF%84%CF%83%CF%8C%CE%BC%CF%83%CE%BA%CF%85/

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Οι μυκηναϊκοί θαλαμωτοί ή θαλαμοειδείς τάφοι είναι ακανόνιστου σχήματος σπηλαιώδη υπόγεια λαξεύματα στο μαλακό βράχο, στα οποία οδηγεί μια επίσης λαξευμένη κατωφέρεια, ο δρόμος, όπως ονομάζεται στην αρχαιολογική ορολογία. Ήταν μάλλον οικογενειακοί τάφοι και χρησιμοποιούνταν από τα μεσαία στρώματα του πληθυσμού. Και αυτοί κατασκευάζονταν κατά συστάδες σχηματίζοντας νεκροταφεία.  http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CF%85%CE%BA%CE%B7%CE%BD%CE%B1%CF%8A%CE%BA%CE%AE_%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B9%CF%84%CE%B5%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE#.CE.91.CE.BD.CE.AC.CE.BA.CF.84.CE.BF.CF.81.CE.B1